Ο Κώστας Χαϊνάς παραθέτει στο άρθρο του, τις απόψεις του για το δίλημμα των εθνικών εκλογών της 4ης Οκτωβρίου:

“Ποιο είναι το πραγματικό δίλημμα των επικείμενων εκλογών; Δεν ξέρω αν έχουμε τελειώσει με τις αυτοδύναμες κυβερνήσεις, αλλά το σημείωμα αυτό εξετάζει τι θα γίνει, εάν πραγματικά οι επικείμενες εκλογές δεν δώσουν σε κανένα κόμμα αυτοδυναμία.

Το πραγματικό όμως δίλημμα αυτών των εκλογών είναι ποια θα είναι η επόμενη μέρα για τον τόπο. Τον πολίτη τον ενδιαφέρει πρωτίστως ποιοι θα τον κυβερνούν και όχι ποιοι θα είναι στην αντιπολίτευση. Ποια Κυβέρνηση θα αναδειχθεί από αυτές τις εκλογές σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας; Σε ποια κατεύθυνση θα είναι οι μελλοντικές Κυβερνήσεις Συνεργασίας ; Και σίγουρες απαντήσεις δεν έχουμε… Κάνουν λάθος όσοι νομίζουν ότι αυτό είναι δευτερεύον θέμα. Το κυρίαρχο στοιχείο της εκλογικής ψήφου είναι η αυριανή κυβέρνηση. Τα άλλα αφορούν τους συναισθηματισμούς. Δεν υποτιμούμε τον ρόλο της αντιπολίτευσης και την χρησιμότητά του. Όμως τους πολίτες τους ενδιαφέρει κυρίως ποιος θα κυβερνά αυτόν τον τόπο, αύριο. Άλλωστε αυτό δεν είναι και το κυρίαρχο νόημα των εθνικών εκλογών ;

Οι πολίτες που ενισχύουν και εκλογικά, χρόνια τώρα τα μικρά πολιτικά σχήματα, θέλουν την υποχώρηση και την ήττα του δικομματισμού και την ανάδειξη αυτών των δυνάμεων σε βασικούς παράγοντες διαμόρφωσης των μετεκλογικών εξελίξεων και γιατί όχι και των Κυβερνήσεων. Ο λόγος είναι απλός. Οι πολίτες δεν ψηφίζουν μόνο για να καταδικάσουν κάποιες πολιτικές, αλλά κυρίως για να δείξουν τι πολιτικές θα ήθελαν να εφαρμοστούν.

Έτσι λοιπόν όταν ψηφίζουν ένα μικρό κόμμα δεν το κάνουν γιατί απλά θέλουν να καταψηφίσουν τα μεγάλα κόμματα του δικομματισμού, αλλά κυρίως γιατί θέλουν το κόμμα που ψηφίζουν να παίξει ρόλο όσο γίνεται πιο σημαντικό και δημιουργικό στις μετεκλογικές εξελίξεις και βεβαίως στον σχηματισμό ακόμη και Κυβερνήσεων Συνεργασίας.

Οι ηγεσίες των κομμάτων που δεν βλέπουν αυτήν την διάσταση της ψήφου των πολιτών που τους ψηφίζουν, αδικούν κατάφωρα τους ψηφοφόρους τους. Τους υποτιμούν και δίνουν στην ψήφο τους, έναν πολύ περιορισμένο περιεχόμενο. Οι πολίτες που απορρίπτουν τον δικομματισμό καταψηφίζοντας τον, ταυτόχρονα υπερψηφίζουν ένα μικρό κόμμα, δίνοντας του την εντολή να διαχειριστεί θετικά και δημιουργικά την ψήφο του.

Και όταν οι ηγεσίες αυτών των κομμάτων κλείνουν τα αυτιά τους στα μηνύματα αυτά ή κάνουν πως δεν ακούνε, οι πολίτες το καταλαβαίνουν και δεν ξαναδίνουν ευκαιρίες…

Έτσι λοιπόν εάν δεν υπάρξει από κανένα κόμμα αυτοδυναμία :

Δημιουργούνται νέες συνθήκες και πολιτικά δεδομένα. Τίποτα δεν θα είναι ίδιο με το χθες. Όλοι και όλα αλλάζουν. Τα κόμματα, οι ηγεσίες, οι αντιλήψεις, οι νοοτροπίες.
Δίνεται ένα δυνατό κτύπημα στην αλαζονεία, στον ηγεμονισμό στον πολιτικό αυταρχισμό των αυτοδύναμων κυβερνήσεων.
Όλοι αρχίζουν να σκέπτονται πιο συνεργατικά, να αναζητούν συμμάχους, να αναζητούν συγκλίσεις και συνομιλητές.
Ο ρόλος των μικρών κομμάτων σε ένα τέτοιο τοπίο θα είναι καταλυτικός. Όσο πιο ισχυρά αναδειχθούν αυτά τόσο πιο μεγάλη θα είναι η καταλυτική τους δύναμη ώστε να «σπρώξουν» τα πράγματα προς μια κατεύθυνση.
Το κάθε κόμμα χωρίς ηγεμονισμούς και διάθεσης επιβολής πρέπει να αναζητήσει τα ελάχιστα εκείνα σημεία συνάντησης, ένα ελάχιστο προγραμματικό πλαίσιο μιας διακυβέρνησης.
Αν λοιπόν δεχθούμε ότι δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για ξεπέρασμα του δικομματισμού, πρέπει να αναζητήσουμε σε ποια κατεύθυνση οδηγούνται τα πράγματα. Οι επιλογές νομίζω είναι δύο : Η πρώτη επιλογή είναι η συντηρητική κατεύθυνση. Η δεύτερη επιλογή είναι η προοδευτική κατεύθυνση με συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων. Μια τρίτη επιλογή, όπως η συνεργασία Νέας Δημοκρατίας – ΠΑΣΟΚ, αν και συζητείται από διάφορους κύκλους, δεν φαίνεται να συγκεντρώνει πιθανότητες υλοποίησης, αφού το χάσμα στην κοινωνική βάση των δύο κομμάτων είναι μεγάλο και είναι δύσκολο να καλυφθεί άμεσα. Όχι όμως αδύνατο και ειδικά στο άμεσο μέλλον εάν μέχρι τότε δεν υπάρξουν άλλες επιλογές…

Αν περιοριστούμε λοιπόν στις δύο εκδοχές, δηλαδή την συντηρητική και την προοδευτική κατεύθυνση, το ερώτημα που τίθεται είναι τι θα κάνουν οι ηγεσίες των κομμάτων της αριστεράς. Η εκτίμησή μου είναι ότι η ηγεσία του ΚΚΕ απορρίπτει κάθε ιδέα συνεργασίας με τον οποιοδήποτε, αφού επιμένει στο δόγμα της καθαρότητας και της σταθερής και τίμιας αντιπολίτευσης. Με λίγα λόγια δεν την ενδιαφέρουν οι «αστικές» κυβερνήσεις αναμένοντας την «λαϊκή εξουσία». Παρόμοιες απόψεις εκφράζουν και κάποιες δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ.

Το ζητούμενο λοιπόν είναι τι θα κάνει η δημοκρατική αριστερά, όταν γνωρίζει ότι στηρίζεται από δυνάμεις που θέλουν ενεργότερο και καταλυτικότερο ρόλο στις μετεκλογικές εξελίξεις. Υπάρχουν και εδώ δύο εκδοχές. Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή, θα ερμηνεύσει την εντολή που θα πάρει από τους ψηφοφόρους, ως εντολή θετικής συμβολής στην δημιουργία των προϋποθέσεων για συγκλίσεις και αναζήτηση πλαισίου συνεργασίας, ώστε να αναδειχθεί μια προοδευτική Κυβέρνηση συνεργασίας. Αυτές οι δυνάμεις που θέλουν αυτήν την επιλογή, πιστεύουν βαθειά και με συνέπεια στην πολιτική προγραμματική συνεργασία των προοδευτικών κομμάτων και πριν και μετά τις εκλογές. Πιστεύουν βαθειά στις κυβερνήσεις συνεργασίας, γιατί οι μονοκομματικές κυβερνήσεις από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα έδωσαν ότι είχαν να δώσουν. Επίσης τι νόημα έχει η ήττα του δικομματισμού αν δεν πιστεύεις στις κυβερνήσεις συνεργασίας ; Πέρα από τη διαπίστωση ότι, σήμερα τα προβλήματα είναι τόσο σύνθετα και πολύπλοκα που μόνο κυβερνήσεις συνεργασίας μπορούν να αντιμετωπίσουν. Είτε σε συντηρητική είτε σε προοδευτική κατεύθυνση βέβαια. Και αυτό πρέπει να αποτελέσει ένα πραγματικό δίλημμα για την δημοκρατική αριστερά. 

Οι κυβερνήσεις προοδευτικής προγραμματικής συνεργασίας θα βασίζονται σε περισσότερα από ένα κόμματα και σε ένα κοινά αποδεκτό προγραμματικό πλαίσιο και οι θετικές επιδράσεις γενικότερα στο πολιτικό μας σύστημα θα είναι πολλές :

Ίσως να είναι δυσκολότερες οι κυβερνητικές αποφάσεις αφού οι συναποφασίζοντες θα είναι περισσότεροι, αλλά ταυτόχρονα θα μεγαλώσει η κοινωνική συναίνεση, άρα καλύτερες προϋποθέσεις στην υλοποίηση των αποφάσεων και των νόμων.
Μέσα από τις δυσκολίες των κυβερνητικών συγκλίσεων θα δημιουργείται μεγαλύτερη κοινοβουλευτική συναίνεση αλλά ταυτόχρονα απαιτήσεις μεγαλύτερου κοινωνικού ελέγχου.
Τα κόμματα και οι ηγεσίες τους είτε βρίσκονται στην πλευρά της πλειοψηφίας είτε της μειοψηφίας, θα υποχρεώνονται να συμπεριφέρονται πιο σοβαρά και υπεύθυνα απέναντι στους πολίτες που τους εμπιστεύθηκαν.
Ο λαϊκισμός θα δεχθεί σοβαρό πλήγμα αφού πλέον τα κόμματα και οι ηγεσίες τους θα υποχρεωθούν να υλοποιήσουν και μη δημοφιλείς αποφάσεις.
Ένα σοβαρό επιχείρημα που επικαλείται η άποψη της άρνησης μιας κυβέρνησης συνεργασίας είναι ότι, η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δεν έχει κάνει ουσιαστική αυτοκάθαρση και αυτοκριτική για τα λάθη της εικοσαετούς κυβερνητικής θητείας. Αν όχι απόλυτα, σε μεγάλο όμως βαθμό αυτό ισχύει. Το ΠΑΣΟΚ από τη χρονιά που πέρασε στη αντιπολίτευση, δηλαδή από το 2004, περιορίσθηκε σε κάποια ξεκαθαρίσματα λογαριασμών και σε κάποια μισόλογα για λανθασμένες επιλογές του παρελθόντος. Δεν μπήκε στην ουσία των καθυστερήσεων και των λανθασμένων πολιτικών της εικοσαετίας του. Αυτός άλλωστε είναι ο βασικός λόγος που οι προοδευτικοί πολίτες το αμφισβήτησαν μετά το 2004 και μάλιστα μετά τις εκλογές του 2007 η αμφισβήτηση αυτή πήρε τη μορφή πολιτικού ρεύματος, δοκιμάζοντας τη δημοκρατική αριστερά τουλάχιστον δημοσκοπικά. Είναι άλλο θέμα εάν η ηγεσία της αριστεράς με τις επιλογές της έκαψε αυτήν την ευκαιρία το 2008… 

Ένα όμως αποτέλεσμα που δεν θα δίνει αυτοδυναμία στο ΠΑΣΟΚ, θα αποδείξει περίτρανα ότι οι πολίτες επιλέγουν τη συνεργασία και όχι την αυτοδυναμία. Αυτό δημιουργεί νέα πολιτικά δεδομένα. Είναι μια άλλη κατάσταση. Τα ίδια τα πράγματα επιβάλλουν αλλαγές στρατηγικής σε όλα τα κόμματα. Και στο ΠΑΣΟΚ που δεν μπορεί να συνεχίσει όπως χθες. Ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα τροφοδοτήσει εξελίξεις και στον χώρο του. Για αυτοανανέωση και αυτοκριτική. Μια κατάσταση μη αυτοδυναμίας δημιουργεί νέα δεδομένα συνολικά στο πολιτικό σκηνικό της χώρας. Αναβαθμίζει το ρόλο των μικρότερων κομμάτων στις πολιτικές εξελίξεις. Δημιουργεί προϋποθέσεις παρέμβασης της δημοκρατικής αριστεράς στην κατεύθυνση των εξελίξεων. Αυτό όμως δεν γίνεται με «τεχνητές διαδικασίες», ούτε μπορεί να το επιβάλλει η δημοκρατική αριστερά, θέτοντας απλά κάποιους όρους. Αυτό θα είναι μια δυναμική διαδικασία που θα επιβληθεί στο ΠΑΣΟΚ, από τις ίδιες τις εξελίξεις, τους πολίτες και τις δυνάμεις που συναπαρτίζουν την παράταξη αυτή. Η δυναμική των εξελίξεων της μη αυτοδυναμίας, πολεμά την αλαζονεία, αλλάζει συνειδήσεις σε χρόνο dt, δημιουργεί νέες προσδοκίες στους προοδευτικούς πολίτες, λειτουργεί πολλαπλασιαστικά και όχι απλά αθροιστικά στην κοινωνία.

Και εδώ αναδεικνύονται οι ευθύνες της δημοκρατικής αριστεράς.

Εάν καταθέσει προτάσεις όπως αυτή των «έξι σημείων» που είχε κατατεθεί παλιότερα από τον Αλέκο Αλαβάνο, για να αποδείξει ότι δεν υπάρχει προγραμματική σύγκλιση, θα θεωρηθεί περισσότερο ως παιχνίδι πολιτικής και όχι πραγματική πολιτική. Είναι πολύ εύκολο αν θέλει, να ‘’κλοτσήσει’’ αυτήν την ευκαιρία που της δίνεται από την κοινωνία να συνδιαμορφώσει την κατεύθυνση των εξελίξεων στη χώρα μας, επιβεβαιώνοντας αυτάρεσκα την ‘’αντισυστημική’’ της καθαρότητα.

Το δύσκολο είναι να επεξεργασθεί και να διατυπώσει το ελάχιστο πλαίσιο συνάντησης και συνεργασίας. Είναι αυτό που λέμε minimum στα μαθηματικά. Το πλαίσιο για το οποίο είναι έτοιμη η κοινωνία και η πολιτική της πλειοψηφία να συνεργασθεί. Και αυτή η πολιτική συνεργασία μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Από την προγραμματική ανοχή έως την συγκυβέρνηση. Ανάλογα με αυτό το minimum που θα έχει επιτευχθεί. Η ουσία όμως είναι αν θέλεις και αν επιδιώκεις πολιτικά την συνάντηση και την συνδιαμόρφωση ενός minimum μετά τις εκλογές. Εάν θέλεις να επιβάλλεις το maximum (δηλαδή το πρόγραμμά σου), είναι ωσάν να αγνοείς την ετυμηγορία των πολιτών που σου έδωσαν μια συγκεκριμένη δύναμη, την οποία αυτή θα πρέπει να διαχειριστείς. Όχι για να εκβιάσεις, αλλά για να διαπραγματευθείς και αν υπάρχουν οι ελάχιστες προϋποθέσεις να συνεργασθείς. Και οι πολίτες κρίνουν κάποτε. Και τις αλαζονικές αυτοδυναμίες και τη μικρομέγαλη συμπεριφορά και τους εκβιασμούς.

Και για να μην λέμε γενικές κουβέντες και να μιλάμε συγκεκριμένα θα διακινδύνευα τελείως πρόχειρα να διατυπώσω ένα minimum πλαίσιο:

Ενδυνάμωση της κοινωνικής και δημοκρατικής ευρωπαϊκής ενοποίησης, ολοκλήρωσης και κοινωνικής συνοχής των χωρών μελών της ΕΕ με την θεσμική ενίσχυση του ευρωκοινοβουλίου, την ανάπτυξη των περιφερειών και την ισχυροποίηση της κοινωνίας των πολιτών.
Στην οικονομική πολιτική, σε συνθήκες μιας παγκόσμιας ύφεσης, στήριξη των κατώτερων εισοδημάτων και συντάξεων, στήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των αγροτών, ένταση στις δημόσιες επενδύσεις για την αντιμετώπιση της ανεργίας στην φάση της ύφεσης. Δίκαιο φορολογικό σύστημα που θα φορολογεί όλους ανάλογα με τα πραγματικά τους εισοδήματα και την περιουσιακή τους κατάσταση. Ασφαλιστική μεταρρύθμιση με την πραγματική και ουσιαστική ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων και την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής, ώστε κάθε Έλληνας πέρα από την κατώτερη κοινωνική σύνταξη που θα είναι για όλους, να παίρνει την σύνταξη που αναλογεί στις εισφορές του ανεξαρτήτως ασφαλιστικού ταμείου. Μείωση των στρατιωτικών δαπανών και έλεγχο όλων των δημοσίων δαπανών και επαναξιολόγησή τους με κατάργηση όσων εξυπηρετούν το πελατειακό κράτος, καθιέρωση κανόνων χρηστής και οικονομικής διαχείρισης με καθιέρωση κινήτρων στους δημόσιους λειτουργούς για την παροχή ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών προς τους πολίτες.
Στην παιδεία στήριξη και μεταρρύθμιση του συστήματος της δημόσιας δωρεάν εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων, αύξηση των δημοσίων δαπανών, αξιολόγηση των εκπαιδευτών του εκπαιδευτικού συστήματος και της εκπαιδευτικής διαδικασίας με την καθιέρωση αντικειμενικών συστημάτων αξιολόγησης.
Στήριξη του δημόσιου συστήματος υγείας και αναβάθμισή του ώστε κάθε Έλληνας να έχει πρόσβαση στις υπηρεσίες του, μεταρρύθμισή και εκδημοκρατισμός της λειτουργίας του και διαφάνεια στις προμήθειές του μέσα από δημόσιους ανοικτούς μειοδοτικούς διαγωνισμούς με κανόνες και διαφάνεια.
Στα θέματα περιβάλλοντος δημιουργία υπουργείου περιβάλλοντος με αυξημένες αρμοδιότητας σε θέματα χωροταξίας, πολεοδομίας, δασών, αστικών και βιομηχανικών αποβλήτων, διαχείρισης υδάτων και σε μια σειρά άλλα θέματα που θα κριθεί το ειδικό βάρος ενός τέτοιου υπουργείου για την διασφάλιση της αειφορίας και της βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας. Με την διαμόρφωση μιας περιβαλλοντικής πολιτικής που θα διαπερνά κάθετα και οριζόντια όλες τις πολιτικές της Κυβέρνησης σε συνεργασία με τις περιβαλλοντικές οργανώσεις και την κοινωνία των πολιτών.
Εκσυγχρονισμός και εκδημοκρατισμός του δημόσιου τομέα με την καθιέρωση της αξιολόγησης των δημόσιων υπηρεσιών και των δημοσίων υπαλλήλων από την κοινωνία και τους πολίτες και μέτρα που θα καταργούν το κομματικό κράτος και την αλλαγή των στελεχών με κάθε κυβερνητική αλλαγή.
Στα θέματα εξωτερικής πολιτικής επιτάχυνση των διαδικασιών κλεισίματος των εκκρεμοτήτων με τη FYROM, σταθερή στήριξη του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της Τουρκίας και της ένταξής της στην ΕΕ, σταθερή στήριξη των κοινοτικών συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού.
Αυτά τα επτά σημεία μαζί με κάποια άλλα, όπως προσώπων που θα καλεστούν να διαχειριστούν ένα τέτοιο πλαίσιο, λειτουργίας μιας Κυβέρνησης και άλλα παρεμφερή θέματα, θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα minimum πλαίσιο. Εάν μια δημοκρατική κυβέρνηση προχωρούσε σε αλλαγές στην κατεύθυνση αυτών των επτά σημείων, δεν θα ήταν μια θετική εξέλιξη για τη χώρα ; Δεν ισχυρίζομαι ότι αυτά είναι τα μόνα. Μπορεί να είναι κάποια άλλα ή μέρος αυτών. Απλά θέλω να δείξω ότι μπορεί η δημοκρατική αριστερά αντί να είναι θεατής των εξελίξεων, να διεκδικήσει την συνδιαμόρφωση τους με πολιτικό ρεαλισμό και καθαρό λόγο.

Το εύκολο λοιπόν σήμερα είναι να απορρίψει κάθε είδους σύγκλιση και συνεργασία, επιμένοντας ότι δεν υπάρχει κανένα σημείο συνεννόησης με τις πολιτικές δυνάμεις που θα προκύψουν μετά τις εκλογές και να οδηγηθούμε έτσι σε νέες εκλογές, όπως ακριβώς θέλουν και οι μνηστήρες του δικομματισμού και μέσα απ’ αυτές, ίσως μια δεύτερη ευκαιρία στην νεκρανάστασή του, με την ίδια ή με άλλη μορφή, με τη βοήθεια του εκλογικού νόμου αλλά και με την καθοριστική συμβολή των πολέμιών του, δηλαδή της αριστεράς.

Η δημοκρατική αριστερά δεν μπορεί να συνεχίζει να αγνοεί την κοινή λογική. Χρόνια τώρα αγωνίζεται για την απλή αναλογική. Απλή αναλογική ίσον κυβερνήσεις συνεργασίας. Και οι πολίτες που θα την ψηφίσουν προσδοκούν να δουν να διαμορφώνει τις πολιτικές προϋποθέσεις για τις κυβερνήσεις προγραμματικής συνεργασίας. Περιμένουν να πει λοιπόν το αυτονόητο. Ψηφίστε με να είμαι μια ισχυρή πολιτική δύναμη μετά τις εκλογές, ώστε να συμβάλλω στην διαμόρφωση προϋποθέσεων προγραμματικής σύγκλισης και συνεργασίας και σε κυβερνητικό επίπεδο. Όσο πιο μεγάλη δύναμη μου δώσετε, τόσο περισσότερες και καλύτερες θα είναι οι προϋποθέσεις, οι εξελίξεις να πάνε σε προοδευτική κατεύθυνση. Ταυτόχρονα να πει και το αυτονόητο, εάν δεν δημιουργηθούν τελικά οι προϋποθέσεις που θα διασφαλίζουν μια προοδευτική προοπτική για τον τόπο (πρόγραμμα, πρόσωπα, τρόπος διακυβέρνησης κ.λ.π.), τότε δεν θα γίνουμε ουρά ή «τσόντα» κανενός, γιατί για μας οι υπουργικοί θώκοι δεν είναι αυτοσκοπός.

Ξεκάθαρες κουβέντες τις οποίες εκτιμούν και θέλουν ν’ ακούσουν οι πολίτες σήμερα και πριν τις εκλογές. Αύριο θα είναι αργά”.

 

 

Ακολουθείστε μας στο Google News